Home > Author > Γιάννης Σκαραγκάς
1 " Θα ήταν πάντα μια γυναίκα που είχε μετατρέψει την πικρία της σε ευστοχία. "
― Γιάννης Σκαραγκάς , Λαχτάρα που περίσσεψε από χτες
2 " «Αυτό ήμουν. Παραλίγο άνθρωπος. Το όνειρο κάποιας μπουγάδας που λίγο ακόμα και θα γινόταν καραβόπανο. Το όνειρο της μύγας που λίγο ακόμα και θα έβαφε φτερά σαν της πεταλούδας. Η φθινοπωρινή θάλασσα που λίγο ακόμα και θα έβγαζε πόρους για να ανατριχιάζει. Αυτό το λίγο ακόμα ήμουν. Αυτή η ανάμνηση που μοιάζει με τη ζωή». "
― Γιάννης Σκαραγκάς , Η κυρά της Ρω
3 " Αυτή ήταν η κότα μου. Αυτή είναι η Ελλάδα. Με το ένα μάτι περιμένει τον σύμμαχο και με το άλλο τον εχθρό. Και αυτή την ερημιά ανάμεσα στους δύο την περνάει για ζωή. "
4 " Η νιότη. Η νιότη σου είναι που σ’ έφερε εδώ. Έτσι θα είναι η ζωή σου από δω και πέρα, μια στιγμή διαύγειας που θα σε πονάει όσο ανοίγεις τα μάτια σου μπροστά στα μυστήρια αυτού του κόσμου. Μόνο που δεν θα είναι ακριβώς μια στιγμή. Θα κρατήσει για όλη σου τη ζωή, κάθε φορά που η καρδιά σου θα πονάει από αγάπη, κάθε φορά που θα πρέπει να ξαναβάζεις τα κομμάτια της στη θέση τους. Και θα προσπαθείς. Γιατί αυτή η καρδιά θα είναι η μόνη προστασία που θα έχεις όσο θα γερνάς και θα γίνεσαι αυτός ο κοινός, απελπιστικά κανονικός άνθρωπος. "
― Γιάννης Σκαραγκάς , Τρία θεατρικά
5 " «Κάποια ημέρα στο μακρινό μέλλον, θα αναλύουν τα πάθη μας, και θα απορούν» είπε στη Δανάη. «Κανείς δεν θα μας πιστεύει ότι αγαπήσαμε με τόση υπερβολή. Όχι επειδή δεν θα καταλαβαίνουν την αγάπη, αλλά επειδή θα τους κάνει καχύποπτους η απόγνωσή μας. Κάποια ημέρα δεν θα μπορεί να συλλάβει ο ανθρώπινος νους ότι ξοδευτήκαμε τόσο πανηγυρικά μέχρι να μας αποτελειώσουμε». "
6 " Ήταν κάποτε ένα μικρό αγόρι, που οτιδήποτε ονειρευόταν να αποκτήσει γινόταν ζωγραφιά. Τα χαμόγελα των ανθρώπων και το κοίταγμα των σκύλων, το αντάυγασμα των αστεριών στη θάλασσα, το πλατάγισμα απο τα φύλλα του φοίνικα στον άνεμο. Ολόκληρος ο κόσμος γύρω του άρχισε να μεταμορφώνεται σε ζωγραφιά. Μέχρι που κάποια στιγμή του είχαν μείνει πολλά όνειρα, αλλά δεν του είχε περισσέψει κόσμος, και κατάλαβε πόσο μόνο είχε απομείνει. Και τότε έκανε μια ευχή, όχι να ξαναφέρει τον κόσμο στη θέση του, αλλά να βρει κάποιον που με το δικό του όνειρο θα μεταμορφώσει και εκείνον σε ζωγραφιά. "
7 " Κατάλαβε πόσο αστεία ήταν και κοντοστάθηκε. Ένιωσε να παραβιάζει μια ξένη χαρά, να παραμονεύει δύο όμορφους άντρες που έπρεπε να επιστρέψουν σε κάποιον πίνακα. Τους άφησε να χαθούν πίσω από τα δέντρα. Ένιωσε ήσυχη, σαν να είχε κάνει το χρέος της. Άλλωστε αυτό έκανε πάντα με τα αδέλφια της. Ήταν ο φύλακάς τους. Η προστάτιδα όσων ονειρεύονταν μια ζωή μακριά της. Η οσία των άξιων, ιδίως όσων άξιζαν περισσότερα από αυτήν. "
8 " Την πήγαινε συχνά στη Δεξαμενή, και αν δεν αντιδρούσε η Δανάη, θα την έσερνε συνέχεια εκεί πάνω ακόμα και τις βροχερές μέρες όταν ο δρόμος γέμιζε λάσπες και νερά. Ο ίδιος όμως προτιμούσε ένα μικρό καφενείο στην οδό Προαστίου. Έλεγε ότι του αρέσει η ησυχία, αλλά η Δανάη ήξερε ότι πηγαίνει για να βλέπει τον Παπαδιαμάντη να κάθεται ολομόναχος. Έλεγε ότι θα ήθελε να τον έχει πατέρα του. Και καμιά φορά, όταν ο γέρος άντρας τους κοίταζε φευγαλέα και τους χαιρετούσε με ένα ανεπαίσθητο νεύμα, με εκείνα τα ασκητικά, βουλιαγμένα μάτια και τη χοντρή του μύτη να γελοιοποιεί τα μοναχικά του δράματα, η Δανάη μπορούσε να διακρίνει το πατρικό του κομμάτι. Κοίταζε μια τον Περικλή και μια τον Παπαδιαμάντη, και σκεφτόταν ότι, αν άξιζε να αφιερωθεί η ομορφιά του φίλου της σε κάποιον, αυτός θα ήταν ένας ασκητικός εκτιμητής που δεν ξέρει τι να κάνει με έναν αρχάγγελο παρά να περιεργάζεται με προσοχή το εικόνισμά του. "
9 " Ήθελε να τον ρωτήσει αν θα άντεχε να την κοιτάει έτσι για το υπόλοιπο της ζωής τους ή αν θα κουραζόταν, όταν θα συνειδητοποιούσε ότι ήταν τελικά μια απλή γυναίκα και ότι τα μυστήρια που εντόπιζε ο ίδιος δεν ήταν παρά μια δική του επινόηση. Κοίταξε το ποτάμι, τα δέντρα και έπειτα τη γη στα πόδια της, και σκέφτηκε, ναι, αυτό θα πρέπει σίγουρα να είναι η ανθρώπινη ιστορία. Να ξεφορτώνεσαι και το τελευταίο σου μυστικό στο μυαλό ενός άντρα και να μην ξέρεις αν θα πνιγεί, αν θα ανθίσει ή αν θα χαθεί στο χώμα. "
― Γιάννης Σκαραγκάς
10 " «Αυτό είναι το μυστήριο και με τις καρδιές και με τις πατρίδες. Δεν ξέρεις αν αυτό που τις σημάδεψε είναι μουτζούρα ή σταυρουδάκι. Δεν ξέρεις αν τις λέρωσες ή αν τις σταύρωσες σαν πόρτα την Ανάσταση για ευλογία». "
11 " Δεν είμαστε ρομαντικοί όσοι ζούμε τον έρωτα στο μυαλό μας. Πρακτικοί είμαστε. Ξέρουμε να διαπραγματευόμαστε με το ακατόρθωτο. Θες να μάθεις πώς μπορεί να ζήσεις για πάντα με τη σκέψη ενός άντρα; Είναι μέχρι να βρεις τον άνθρωπό σου, αυτόν που ξέρεις ότι είναι δικός σου, αλλά δεν θα τον έχεις ποτέ. Κοιτάς γύρω σου και μαθαίνεις να τα βλέπεις όλα μισά. Κρατάς κάτι και για εκείνον, όχι επειδή θα έρθει, αλλά γιατί προσπαθείς να δεις τον κόσμο με το βλέμμα του. Όχι, δεν είναι ρομαντικό το να μαραζώνεις για κάποιον. Κανένας δεν μαραζώνει από έρωτα. Απλώς καταλαβαίνεις πόσο εύκολα συνηθίζεις μια ζωή χωρίς να έχεις εκείνον να σε περιμένει. Αυτό είναι που σε αρρωσταίνει. Να μη μπορείς να καταλάβεις αν αυτό που θα σου λείπει για πάντα θα είναι ο κόσμος ή το βλέμμα του. "